Το διώροφο κτίριο στην Νεάπολη της Νίκαιας εφάπτεται στα γειτονικά κτίρια και φωτίζεται διαμπερώς μέσω των μεγάλων ανοιγμάτων της κύριας όψης. Στο βασικό όγκο του κτιρίου προσαρτώνται οι εξώστες με ένα παιχνίδι εσοχών-εξοχών και μία εναλλαγή κενών-πλήρων. Το κτίριο διαθέτει θέσεις στάθμευσης επί pilotis, υπόγειους βοηθητικούς χώρους και επιπλέον ανεξάρτητη κατοικία στο ισόγειο. Εσωτερικά διαμορφώνεται ένας ενιαίος χώρος διημέρευσης, όπου ένα συμπαγές πέτασμα διαχωρίζει σημειακά την τραπεζαρία από το χώρο της κουζίνας.